Οι Δύο Ελλάδες και η Οικονομική Ανάπτυξη, Αλέξανδρος Σαρρής
Οι Δύο Ελλάδες και η Οικονομική Ανάπτυξη (*)
Αλέξανδρος Σαρρής
Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικής και Ανάπτυξης Πανεπιστήμιο Αθηνών
(*) Καθημερινή, 14/6/2015
Καθημερινά ακούμε διάφορες ιστορίες επιτυχίας και διάκρισης Ελλήνων της Ελλάδας και του εξωτερικού σε διάφορους επιστημονικούς, καλλιτεχνικούς και επιχειρηματικούς τομείς, που μας κάνουν όλους υπερήφανους που είμαστε Έλληνες, και που υπάρχουν συμπολίτες μας που διαιωνίζουν την χιλιόχρονη παράδοση των Ελλήνων στα γράμματα τις τέχνες και την οικονομική ζωή, παρά τις όσες αντιξοότητες και καταστροφές έχει υποστεί η χώρα μέσα στους αιώνες. Αυτή μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε σαν την Ελλάδα της προόδου, την Ελλάδα που είναι διεθνώς καταξιωμένη, που παράγει και προωθεί προϊόντα καινοτόμα, επιστημονικές γνώσεις που ωφελούν την ανθρωπότητα, και πολιτιστικές δράσεις που είναι αναγνωρισμένες διεθνώς, την Ελλάδα που δεν φοβάται αλλά αντίθετα επιδιώκει τον διεθνή ανταγωνισμό, και κερδίζει μέσα από αυτόν.
Από την άλλη πλευρά γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες τραγικών παραδειγμάτων ασχετοσύνης, ασυνέπειας, αγραμματοσύνης, διαφθοράς, τσαπατσουλιάς, κουτοπονηριάς, και γενικά έλλειψης επαγγελματισμού και συνέπειας, σε φορείς κυρίως του δημοσίου αλλά και ιδιωτικούς. Αυτή μπορεί κανείς να την χαρακτηρίσει σαν την Ελλάδα της μετριότητας, της ήσσονος προσπάθειας, της κλειστοφοβίας. Αυτή είναι η Ελλάδα που καυτηριάζουν και ειρωνεύονται με το δίκιο τους οι ξένοι, και που μας έχει δυσφημήσει τόσο τα τελευταία, και όχι μόνο, χρόνια, σε βαθμό που πολλές φορές μας κάνει να ντρεπόμαστε να λέμε οτι είμαστε Έλληνες.
Αυτή είναι η Ελλάδα που φαίνεται να έχει κυριαρχήσει τα τελευταία τριάντα χρόνια, και η Ελλάδα που νοιώθουμε οτι πνίγει την Ελλάδα της προόδου. Πόσο μεγάλες είναι αυτές οι δύο ομάδες; Δεν είναι εύκολο να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, αλλά εικάζω οτι η πλειοψηφία των Ελλήνων θα ήθελε να είναι με την πλευρά της προόδου, αλλά γιά διάφορους λόγους αδυνατεί να εκφραστεί. Πως γίνεται να συνυπάρχουν αυτές οι δύο τάσεις, πως γίνεται και κυριαρχεί η Ελλάδα της μετριότητας, και πως συνδέονται αυτές οι δύο Ελλάδες με την (υπο)ανάπτυξη της χώρας;
Το φαινόμενο που περιέγραψα παραπάνω δεν είναι αποκλειστικότητα της Ελλάδας. Υπήρξαν και υπάρχουν τέτοιοι δυϊσμοί σε πολλές άλλες χώρες. Μερικές τέτοιες χώρες καταφέρνουν να τους ξεπεράσουν και άλλες όχι. Ποιός είναι ο λόγος που κάποιες χώρες καταφέρνουν να ξεπεράσουν την παγίδα της υποανάπτυξης που προκύπτει από τον παραπάνω δυϊσμό, και να προωθήσουν την ανανέωση της γνώσης, νέες τεχνολογίες και ιδέες που να αντικαθιστούν τις παλιές στην παραγωγή και διοίκηση, έτσι ωστε να βελτιώνεται η ολική παραγωγικότητα της οικονομίας, που μεταφράζεται σε υψηλότερο κατά κεφαλή εισόδημα. Κατά τους καθηγητές του ΜΙΤ και Harvard Daron Acemoglou και James Robinson[1] ο βασικός λόγος που οδηγεί κάποιες χώρες σε ανάπτυξη και άλλες σε υποανάπτυξη, είναι οτι στις χώρες που αναπτύσσονται, επικρατούν θεσμοί που επιτρέπουν τις διαρκείς αλλαγές και τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας με νέες τεχνολογίες, νέες μεθόδους διοίκησης, νέες μεθόδους παραγωγής, και αλλαγές των δομών των συντηρητικών συμφερόντων πίσω από τις προϋπάρχουσες μεθόδους παραγωγής και διοίκησης. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως μέσω του υγιούς ανταγωνισμού, και της δυνατότητας μη αποκλεισμού της δοκιμής νέων ιδεών. Οι δύο καθηγητές έδειξαν οτι ιστορικά αυτό δεν ήταν εφικτό εύκολα, ούτε αυτόματο, και πήρε χρόνο ακόμα και σε χώρες που το κατάφεραν και τώρα θεωρούνται πολύ αναπτυγμένες.
Είναι πλέον γενικά αποδεκτό παγκοσμίως οτι ανάπτυξη γιά τις χώρες σχετικά υψηλού εισοδήματος όπως η Ελλάδα προέρχεται κυρίως μέσα από την αύξηση της λεγόμενης ολικής παραγωγικότητας, που σημαίνει αύξηση της παραγωγής μέσω καινοτομιών, βελτίωση των υπαρχουσών μεθόδων παραγωγής, με ταυτόχρονη μείωση του κόστους, και μετάβαση της εθνικής παραγωγής προς δραστηριότητες που παράγουν διεθνώς ανταγωνίσιμα προϊόντα. Για να γίνει αυτό χρειάζεται μία συνεχής στήριξη και προώθηση της οικονομίας της γνώσης, της αριστείας, και του επαγγελματισμού, καθώς και μία ανοχή και στήριξη αλλαγών σε όλα τα επίπεδα. Φυσικά για να γίνει αυτό προϋπόθεση είναι να μπορεί η χώρα να παράγει αυτόνομα υψηλού επιπέδου γνώση και μόρφωση. Και βέβαια γιά να γίνει αυτό απαιτούνται υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Η Ελλάδα δεν υστερεί σε επιστήμονες, σωστούς επαγγελματίες, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες και λοιπούς ανθρώπους της γνώσης και της προόδου. Ούτε υστερεί σε εκπαιδευτικά ιδρύματα που να μπορούν να παράγουν νέα γνώση και να εκπαιδεύουν και να μορφώνουν τους νέους. Παρόλα αυτά ο παραπάνω δυϊσμός παρατηρείται σε όλα τα επίπεδα. Γιά παράδειγμα, υπάρχουν εξαιρετικές και καινοτόμες επιχειρήσεις με ζηλευτές επιδόσεις, αλλά συνυπάρχουν με επιχειρήσεις που επιβιώνουν με κομπίνες, μίζες, φοροδιαφυγή, και παραπλάνηση των πελατών τους, χωρίς να επιβάλλονται οι υπάρχοντες κανόνες και νόμοι. Στα Πανεπιστήμια υπάρχουν επιστήμονες που είναι παγκοσμίως γνωστοί και παράγουν πρωτοποριακή τεχνολογία και γνώση, αλλά συνυπάρχουν με μετριότατους ακαδημαϊκούς που σε άλλες αναπτυγμένες χώρες ούτε καν θα πέρναγαν από τις εισόδους των πανεπιστημίων.
Σε χώρες με υγιείς θεσμούς θα επικρατούσαν οι μονάδες της προόδου, που μέσα από θεμιτό και υγιή ανταγωνισμό, σταδιακά θα εξωθούσαν τις μονάδες της μετριότητας σε μείωση και εξαφάνιση, έτσι δημιουργώντας έναν αέναο κύκλο βελτίωσης του επιπέδου ζωής. Στην Ελλάδα όμως οι μονάδες της μετριότητας όχι μόνο δεν εξαφανίζονται αλλά διατηρούνται και μεγαλώνουν, και έχουν κυριολεκτικά πνίξει την Ελλάδα της προόδου. Αυτός κατά την γνώμη μου είναι ο βασικός λόγος της υποανάπτυξης της Ελλάδας. Στην ουσία οι θεσμοί που υπάρχουν και έχουν υιοθετηθεί τα τελευταία τριάντα χρόνια δεν επιτρέπουν την υγιή ανανέωση της παραγωγικής βάσης της οικονομίας.
Το τραγικότερο είναι οτι η επιβίωση των μετρίων έχει ωθήσει πολλούς νέους αλλά και πολλές καινοτόμες επιχειρήσεις και επαγγελματίες στο εξωτερικό, έτσι αφαιρώντας από την Ελληνική οικονομία το υγιέστερο κομμάτι της κοινωνίας μας, αλλά και τον βασικότερο παράγοντα μελλοντικής ανάπτυξης. Ταυτόχρονα η μαζική φυγή προς το εξωτερικό έχει αφαιρέσει από την πολιτική σκηνή τον δυναμισμό μίας βασικά προοδευτικής ομάδας ψηφοφόρων, έτσι διαιωνίζοντας κόμματα που ενώ περιλαμβάνουν κάποια μερίδα της προοδευτικής Ελλάδας, στην ουσία κυριαρχούνται από πλειοψηφίες μετρίων. Η Ελλάδα της προόδου στην ουσία δεν εκπροσωπείται πολιτικά, και κατά συνέπεια έχει υποστεί σοβαρά πλήγματα, με πρόσφατο παράδειγμα το προσχέδιο νόμου για τις αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση, που προωθεί η κυβέρνηση, και που έχει βρεί την μεγάλη πλειοψηφία των μελών ΔΕΠ της Ελλάδας αντίθετους (ευτυχώς, και αυτό δείχνει οτι η πλειοψηφία των πανεπιστημιακών ανήκουν στην Ελλάδα της προόδου, ασχέτως κομμάτων).
Πώς μπορεί να αλλάξει αυτή η παγίδα υποανάπτυξης, που φαίνεται οτι έχει επικρατήσει στην Ελλάδα μετά την μεταπολίτευση; Κατά την γνώμη μου επείγονται δύο πράγματα για να αρχίσει να αλλάζει η τραγική αυτή κατάσταση. Πρώτον να βρεθεί τρόπος να εκπροσωπηθούν στις διάφορες εκλογές οι Έλληνες του εξωτερικού, μέσω ψήφου. Αυτό θα δημιουργούσε πολιτικές πιέσεις για υιοθέτηση πολιτικών και μέτρων από την εκάστοτε κυβέρνηση που να ευνοούν την πρόοδο με την ευρεία έννοια που αναφέρθηκε παραπάνω, και κατά συνέπεια την ανάπτυξη. Δεύτερον, πρέπει να ιδρυθούν πολιτικοί σχηματισμοί που να εκπροσωπούν την Ελλάδα της προόδου. Χωρίς πολιτική εκπροσώπηση οι Ελληνες της προόδου σέρνονται από κόμμα σε κόμμα, και παρασύρονται να ψηφίσουν κόμματα που δεν τους εκπροσωπούν. Είναι χαρακτηριστικό το ότι τα τελευταία χρόνια το βασικότερο παράπονο που ακούγεται από τους Ελληνες της προόδου είναι οτι “δεν με εκπροσωπεί κανένα κόμμα και δεν ξέρω τι να ψηφίσω”. Αν δεν ήταν υποχρεωτική η ψήφος είμαι βέβαιος οτι θα είχαμε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό αποχής από τις διάφορες εκλογές. Αν γίνουν αυτά τα δύο πράγματα, και ίσως άλλα που να ανοίξουν τον δρόμο γιά την μεγαλύτερη δραστηριοποίηση των Ελλήνων της προόδου, τότε μπορεί να ξεπεραστεί το παρόν αναπτυξιακό αδιέξοδο, και η υποανάπτυξη, και να αρχίσει η Ελλάδα επιτέλους να αναπτύσσεται με τις μεγάλες δυνατότητες που έχει, και εκμεταλλευόμενη τον τεράστιο πλούτο σε ανθρώπινο κεφάλαιο που διαθέτει εγχώρια και στο εξωτερικό.
[1] Daron Acemoglou and James A. Robinson. Why Nations Fail: The origins of power, prosperity and poverty. Crown Publishers, New York 2012. Στα Ελληνικά έχει εκδοθεί από τον εκδοτικό οίκο Λιβάνη το 2013, με τον τίτλο: Γιατί αποτυγχάνουν τα Εθνη